- αναβαίνη
- (anabaena).Γένος νηματοειδών κυανοφυκών της τάξεως των ορμογονιδών. Τα στρογγυλάή ωοειδή κύτταρα του νήματος περιβάλλονται από ζελατινώδη θήκη. Μερικά από τα κύτταρα τουνήματος διαφοροποιούνται σε ετεροκύστεις και ακίνητα σπόρια. Τα νήματα σχηματίζουναποικίες με ακανόνιστη ή ασταθή μορφή, γιατί η ζελατινώδης θήκη είναι πολύ λεπτόρρευστη. Αυτή είναι μία από τις βασικές διαφορές που έχει η α. από το συγγενικόγένος νόστοκ. Η α. αναπτύσσεται στα γλυκά νερά, δηλαδή σε λίμνες και ημιμόνιμες δεξαμενές. Ένα είδος α., η α. της αζόλης ζει σε ειδικούς θαλάμους των φύλλων του υδρόβιου πτεριδόφυτου αζόλα. Πειραματικές έρευνεςέχουν δείξει ότι η σχέση αυτή είναι συμβιωτική, γιατί το κυανοφύκος δεσμεύει ατμοσφαιρικό άζωτο το οποίο διοχετεύεται στο πτεριδόφυτο. Ανάλογη συμβιωτική σχέση παρατηρείται και μεταξύ ενός άλλου είδους α. και των εναέριων ριζών των κυκαδικών. Πολλαπλασιάζονται αγενώς με ορμογόνια και ακίνητα σπόρια.
Dictionary of Greek. 2013.